Η βουβή πίκρα μιας αδικίας

Η βουβή πίκρα μιας αδικίας


Πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος από την τραγωδία στο Mάτι. Tις τελευταίες μέρες τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πλημμύρισαν από συγκινητικές αναφορές σε ανθρώπους που χάθηκαν εκεί. Νομίζω ότι για πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία ζήσαμε ένα συγκινητικό μνημόσυνο κυρίως διαδικτυακό, καθώς δεν ήταν λίγοι οι άνθρωποι οι οποίοι στα Social Media εξέφρασαν τη θλίψη τους περισσότερο και από την οργή τους, η οποία όπως ήταν λογικό με τον καιρό μαλάκωσε. Ένα χρόνο μετά, η τρομερή αυτή τραγωδία έχει γίνει ένα είδος πληγής στην καρδιά κάθε ευαίσθητου Έλληνα που παρακολουθώντας αυτή την ιστορία έχει καταλήξει στο συμπέρασμα πως δεκάδες άνθρωποι χάθηκαν άδικα. Μπροστά σε αυτή την συνειδητοποίηση το μόνο που μπορεί δυστυχώς να κάνει είναι να μείνει βουβός. Από όλες τις σιωπές, η χειρότερη είναι αυτή που σου προκαλεί η αδικία. Για αυτό και η πορεία μνήμης για τους 102 ανθρώπους που χάθηκαν ήταν σιωπηλή.

Η ελπίδα ότι δεν θα χρειαστεί

Το Μάτι τελικά δεν έζησε μία συνηθισμένη τραγωδία εξαιτίας κάποιας θεομηνίας. Ολοι όσοι έζησαν εκείνο το εφιαλτικό απόγευμα δέχονται ότι η φωτιά ήταν σχεδόν αδύνατο να αντιμετωπιστεί: θα προκαλούσε σίγουρα καταστροφές από τη στιγμή που ξέφυγε από τον έλεγχο και «χτύπησε» μια κατοικημένη περιοχή. Την ίδια στιγμή ωστόσο δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην πιστεύει πως ο αριθμός των θυμάτων έφτασε αυτό το απολύτως ντροπιαστικό για την ιστορία της χώρας μας νούμερο, εξαιτίας τραγικών παραλείψεων και λαθών των ίδιων των υπηρεσιών του Κράτους. Ένα χρόνο μετά για το  τι έγινε τελικά στο Μάτι δεν υπάρχουν πλέον μυστικά: ο κρατικός μηχανισμός πανικοβλήθηκε και αθώος κόσμος πλήρωσε τον πανικό του. Για ένα απόγευμα  οι μηχανισμοί προστασίας κατέρρευσαν και πέρα από τους πυροσβέστες, που έδωσαν την άνιση μάχη τους με την φωτιά, όλοι οι υπόλοιποι πιάστηκαν απροετοίμαστοι – αποδείχτηκαν λίγοι. Για μένα η τραγική αυτή ιστορία ολοκληρώθηκε με την προβολή του ντοκιμαντέρ του Αλέξη Παπαχελά, που ήρθε να επιβεβαιώσει τους μεγαλύτερους φόβους μας. Κανείς από αυτούς που θα έπρεπε να έχουν πρώτα από όλα μια άρτια επιχειρησιακή εικόνα, δεν κατάλαβε εκείνο το απόγευμα τι είδους πρόβλημα είχε να αντιμετωπίσει. Η εξοργιστική ανικανότητα στην αντιμετώπιση μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης επιβεβαίωσε την υποψία ότι πολλά σε αυτή τη χώρα πάνε χρόνια τώρα με αυτόματο πιλότο: η κρατική μηχανή πανικοβλήθηκε γιατί είναι συνηθισμένη να ζει στη μακαριότητα της. Πορεύεται με την ελπίδα ότι δεν θα χρειαστεί.

Οι χειρότερες υποψίες

Το Μάτι ήρθε να επιβεβαιώσει τις χειρότερες υποψίες μας για τη λειτουργία των μηχανισμών προστασίας του ίδιου του Κράτους. Μετά από όσα ζήσαμε εκείνο το απόγευμα ξέρουμε πια οτι το μόνο που μας σώζει, αν δυστυχώς βρεθούμε μπροστά σε μία θεομηνία, είναι ο ηρωισμός των απλών ανθρώπων. Η ιστορία του καταδρομέα που πάει μόνος του να βοηθήσει (μια ιστορία που εγώ τουλάχιστον την έμαθα χάρη στο ντοκιμαντέρ του Παπαχελά) είναι μία μοναδική απόδειξη της κρατικής ανικανότητας: δεν του λένε να κάτσει σπίτι του γιατί ό,τι συμβαίνει είναι επικίνδυνο, αλλά χαίρονται για την εθελοντική του παρουσία ελπίζοντας πως αυτός μπορεί να κάνει κάτι που αυτοί δεν μπορούν.

Το Μάτι δεν κάηκε, παραδόθηκε στη φωτιά. Και οι άνθρωποι που χάθηκαν πλήρωσαν με τη ζωή τους το γεγονός ότι κανείς δεν σκέφτηκε πως θα τους πάρει από εκεί. Γιατί το Κράτος μας είναι γεμάτο από υπηρεσίες με θεαματικά ονόματα και από αξιωματικούς με εντυπωσιακές στολές γεμάτες γαλόνια. Αλλά είναι ανοργάνωτο και ράθυμο – ό,τι λειτουργεί, ειδικά σε τέτοιες ώρες βασίζεται στον ηρωϊσμό και στο φιλότιμο. Έχουμε πολλούς ήρωες είναι αλήθεια: κυρίως γιατί έχουμε λίγους ανθρώπους που ξέρουν πραγματικά να κάνουν τη δουλειά τους σε καταστάσεις δύσκολες. Αυτοί οι λίγοι άνθρωποι ανακυκλώνονται συνεχώς σε θέσεις ευθύνης: δεν μου έκανε καμία εντύπωση που ο τότε αρχηγός της αστυνομίας, επέστρεψε, μετά την παραίτησή του, για να γίνει (κακώς πολύ κακώς...) Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Ένας άλλος στη θέση του θα έλεγε όχι και σε μια άλλη χώρα κανείς δεν θα του κάνε την πρόταση, αλλά εδώ είναι Ελλάδα. Οι εντός της κρατικής μηχανής «λειτουργοί» ζουν με την βεβαιότητα ότι η όποια ευθύνη τους δεν έχει κανένα ατομικό κόστος. Η μονιμότητα στο Δημόσιο π.χ και η άρνηση κάθε αξιολόγησης θεωρούνται κατακτήσεις – είναι κατακτήσεις. Οσοι ζουν εντός του θερμοκηπίου της γραφειοκρατίας, σε Υπουργεία, Δήμους, Περιφέρειες, έχουν κερδίσει το δικαίωμα της απαλλαγής από κάθε ευθύνη: πάντα θα φταίει κάποιος ανώτερος ή κάποια διπλανή υπηρεσία.

Να τελειώσει η βάρδια

Ένα χρόνο μετά το Μάτι μικρή σημασία έχει πια η συζήτηση για πολιτικές ευθύνες – το «παίρνω την ευθύνη» που ακούγεται σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι ένας εύσχημος τρόπος για να μην απολογηθείς, να μην ζητήσεις συγνώμη, να μην κάνεις εν τέλει τίποτα. Ένα χρόνο μετά μάθαμε ότι τα χρήματα που είχαν συγκεντρωθεί από απλούς ανθρώπους για την αντιμετώπιση της καταστροφής λιμνάζουν και δεν αξιοποιήθηκαν. Προκαλεί εντύπωση αυτό; Σε εμένα καμία. Η ίδια έλλειψη σχεδίου που έγινε κατανοητή το απόγευμα της καταστροφής, χαρακτηρίζει και τις μέρες που ακολούθησαν. Ποιος κρατικός μηχανισμός να αξιοποιήσει αυτά τα χρήματα; Αυτός που την κρίσιμη στιγμή πανικοβλήθηκε; Και γιατί ο γραφειοκράτης που δεν έχει ιδέα για το πώς θα αντιμετωπίσει μια δύσκολη κατάσταση, μπορεί να προβληματιστεί για το πως την επόμενη μέρα θα απαλύνει τον πόνο των ανθρώπων; Να τελειώσει η βάρδια να πάει σπίτι θέλει, μην τον βρει κανένα νέο ατύχημα, που έλεγε και η Περιφερειάρχης.

Στις πραγματικά δυσάρεστες συνέπειες της τρομερής αυτής τραγωδίας, προσθέτω και το ότι δεν έγινε καμία σοβαρή συζήτηση στη συνέχεια για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που είναι τρομακτικές. Στις τελευταίες εκλογές δεν κατέβηκε κανένα κόμμα που να εκπροσωπεί οικολογικές ανησυχίες, τη στιγμή που σε ολόκληρη την Ευρώπη ανεβαίνουν οι Πράσινοι. Ο βασικός λόγος πιστεύω, που αυτό συνέβη, είναι γιατί η κλιματική αλλαγή χρησιμοποιήθηκε μετά την τραγωδία ως ένα είδος δικαιολογίας και ο οργισμένος τότε κόσμος δεν ήθελε να ακούει δικαιολογίες. Η κλιματική αλλαγή είναι ένα υπαρκτό και γιγάντιο πρόβλημα - πιθανότατα το μεγαλύτερο που αντιμετωπίζει ο πλανήτης. Στο Μάτι δυστυχώς απανθρακώθηκε και κάμποση από την προσοχή των Ελλήνων για αυτή. Οχι γιατί δεν υπάρχουν τρομακτικές επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή, αλλά γιατί αυτή σίγουρα δεν έφταιγε για το γεγονός ότι η τροχαία π.χ έχασε απολύτως τον έλεγχο της κατάστασης εκείνο το τραγικό απόγευμα.

Ένα χρόνο μετά

Διαβάζω ότι ένα χρόνο μετά το Μάτι δεν ακούστηκε καμία «συγνώμη»: καλύτερα γιατί θα ήταν μια συγνώμη υποκριτική. Το πρόβλημα είναι ότι ένα χρόνο μετά το Μάτι η ελληνική κοινωνία μοιάζει να δέχτηκε την τραγωδία, ως ένα ακόμα κακό που βρήκε τη δύστυχη, αλλά περήφανη Ελλαδίτσα μας. Μοιάζουμε σχεδόν έτοιμοι να προσθέσουμε και το Μάτι στις επετείους μας – να αποκτήσουμε μια ακόμα αργία. Ενώ θα πρεπε απλά να καταλάβουμε πως χρειαζόμαστε ένα Κράτος που να λειτουργεί και που να αποτελείται από λειτουργούς που υπάρχουν για να υπηρετούν τη χώρα. Και να λογοδοτούν για την απόλυτη ανεπάρκειά τους όταν αυτή γίνεται τραγικά και μοιραία κατανοητή…